Ελληνικές εξαγωγές που… «στάζουν μέλι»

Ελληνικές εξαγωγές που… «στάζουν μέλι»

Η Ελλάδα, μία κατεξοχήν μελισσοκομική χώρα με παράδοση στη μελισσοκομία από αρχαιοτάτων χρόνων, είναι η 1η χώρα στην Ευρώπη σε επαγγελματίες μελισσοκόμους, η 2η ως προς τον αριθμό των μελισσιών και η τελευταία στις εξαγωγές μελιού. Οι σχετικά μικρές εξαγόμενες ποσότητες μελιού της χώρας μας, οφείλονται κυρίως στην υψηλή τιμή του καθώς  και στην έλλειψη ενός οργανωμένου σχεδίου μάρκετινγκ με στόχο την αύξηση των πωλήσεων.
Ωστόσο, η υπεροχή του σε ποιότητα έναντι των υπολοίπων, και οι φρέσκες, καινοτόμες ιδέες που έχουν εισάγει οι νέοι παραγωγοί στη μελισσοκομία, καταφέρνουν να δημιουργήσουν την ταυτότητα του επώνυμου ελληνικού μελιού που ξεπερνά τα σύνορα της εγχώριας αγοράς, όπως αυτό αντικατοπτρίζεται μέσω της αύξησης των ελληνικών εξαγωγών  στο συγκεκριμένο είδος.
Η Ελλάδα, με 1,5 εκατομμύριο μελίσσια, παράγει ετησίως 13.000 – 17.000 τόνους μελιού με το 65% της ελληνικής παραγωγής να προέρχεται από τη Χαλκιδική, τη Θάσο και την Εύβοια. Οι εξαγόμενες ποσότητες παραμένουν σχετικά μικρές, απορροφώντας περίπου το 10% της ελληνικής παραγωγής, ωστόσο, παρουσιάζουν σημαντική άνοδο. Το 2012 ήταν αυξημένες κατά 45% σε σχέση με το 2011, ενώ η αύξησή τους το 2013, άγγιξε το 50%.
Κύριος διαχρονικός προορισμός για το ελληνικό μέλι είναι οι χώρες της Γερμανίας, της Κύπρου, του Καναδά, της Γαλλίας, του Ην. Βασιλείου και των ΗΠΑ. Οι έξι αυτές χώρες απορροφούν το 80% των συνολικών εξαγωγών και βρίσκονται σταθερά στην πρώτη θέση των εισαγωγέων του ελληνικού μελιού. Επιπλέον, σημαντική είναι η άνοδος των ελληνικών εξαγωγών σε χώρες όπως η Ισπανία, η Ιταλία, η Αυστρία, η Ρωσία και η Σλοβενία, ενώ ακολουθούν ως τρίτη ομάδα χωρών προορισμού για το ελληνικό μέλι το Βέλγιο, ο Λίβανος, η Σ. Αραβία, η Αυστραλία, Σουηδία, Ιαπωνία και Νορβηγία.
Εντούτοις, σημαντικός ανασταλτικός παράγοντας για την απογείωση των ελληνικών εξαγωγών είναι η υψηλή τιμή του, που προέρχεται από το υψηλό κόστος παραγωγής.  Η τιμή βέβαια και το κόστος παραγωγής του είναι συνάρτηση και της υψηλής ποιότητάς του. Στην υψηλή ποιότητα λοιπόν, πρέπει να στηριχθεί και να οργανωθεί ένα ολιστικό σχέδιο εξαγωγικής προώθησης του ελληνικού μελιού, που θα οικοδομήσει μία επώνυμη ταυτότητα για το ελληνικό μέλι, προσδίδοντας του υψηλή προστιθέμενη αξία, για την εδραίωση του στις διεθνείς αγορές.
Ήδη, ορισμένοι νέοι επιχειρηματίες, έχουν αντιληφθεί την ανάγκη της αγοράς για ποιοτικά προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας και έχουν προχωρήσει σε παραγωγικές καινοτομίες, όπως το μέλι με βρώσιμο χρυσό, κρόκο Κοζάνης, μαστίχα Χίου και διάφορα superfoods (γκότζιμπέρι, ιπποφαές, κράνμπερι κλπ), που ήδη από το ξεκίνημα τους έτυχαν λαμπρής υποδοχής από τις αγορές του εξωτερικού, δείχνοντας το δρόμο για τις ελληνικές εξαγωγές.
Συνεπώς, οι προοπτικές για το ελληνικό μέλι είναι πολλές και αισιόδοξες. Με υψηλή ποιότητα, εκλεκτές ποικιλίες (πευκόμελο, δασόμελο, ανθόμελο, μέλι σουρούρας), φρέσκες ιδέες, υπομονή και συνέπεια, υιοθέτηση της σωστής στρατηγικής και εφαρμογή των τακτικών πλάνων που τη συνθέτουν ,  μπορεί το ελληνικό μέλι να προωθηθεί προς τα έξω και να καταλάβει τη θέση που του αξίζει στην διεθνή αγορά.
Πηγές: www.agrotypos.gr, www.skai.gr, www.makthes.gr, www.kthnotrofia.pblogs.gr